Το τέλος (;) της αθωότητας
1952, France, 86 min
Ελληνικός Τίτλος: Απαγορευμένα Παιχνίδια
Σκηνοθεσία: René Clément/Σενάριο: Jean Aurenche, Pierre Bost, René Clément/Παίζουν: Georges Poujouly, Brigitte Fossey, Lucien Hubert, Suzanne Courtal, Marcel Mérovée
Τον Ιούνιο του 1940 κατά τη διάρκεια της μάχης της Γαλλίας, κάπου στη γαλλική επαρχία, η πεντάχρονη Πωλέτ (Brigitte Fossey) επιβιώνει από έναν βομβαρδισμό, στον οποίο όμως σκοτώνονται οι γονείς της. Έχοντας τον νεκρό σκύλο της στην αγκαλιά της, περιπλανιέται για λίγο, ώσπου συναντά το Μισέλ (Georges Poujouly), το δεκάχρονο μικρό γιο μιας αγροτικής οικογένειας, που μένει στην περιοχή. Ο Μισέλ πείθει τους γονείς του να φιλοξενήσουν την Πωλέτ και αποφασίζει να τη βοηθήσει να θάψει το σκύλο της. Σιγά σιγά τα δυο παιδιά φτιάχνουν ένα νεκροταφείο για κάθε είδους νεκρά ζώα. Αυτό όμως τους οδηγεί σε πράξεις μη αποδεκτές από τον κόσμο των ενηλίκων...
Ο εξαιρετικός Γάλλος σκηνοθέτης René Clément, έγινε περισσότερο γνωστός για άλλα σημαντικά φιλμ, όπως κυρίως το "Plein Soleil"/1960, την εμβληματική μεταφορά του μυθιστορήματος της Patricia Highsmith στην οθόνη , αλλά και τα "Bataille du Rail"/1946, "Les Félins"/1964, "Le Passager de la Pluie"/1970. Παρ'όλα αυτά το 1952, γύρισε την -κατά τη γνώμη μου- καλύτερη του ταινία, το αριστουργηματικό "Jeux Interdits". Η ιστορία της δημιουργίας της ταινίας συνοδεύεται από πολλά παράξενα περιστατικά. Το 1947 ο Γάλλος σεναριογράφος François Boyer έγραψε το σενάριο, όμως λόγω της αδιαφορίας των στούντιο γι'αυτό, το μετέτρεψε σε βιβλίο με τον τίτλο "Les Jeux Inconnus". Το βιβλίο δεν γνώρισε επιτυχία στη Γαλλία, όμως περιέργως έγινε διάσημο στην Αμερική, οπότε προσέλκυσε την προσοχή του Clément. Η ταινία με τη σειρά της, δεν έκανε αίσθηση στη Γαλλία, απορρίφθηκε αρχικά από το Φεστιβάλ των Καννών, όμως κέρδισε το Χρυσό Λέοντα του Φεστιβάλ Βενετίας και μια ειδική τιμητική διάκριση για ξενόγλωσση ταινία στα Oscar της επόμενης χρονιάς, αφού το σχετικό βραβείο δεν είχε ακόμα θεσμοθετηθεί.
Το εισαγωγικό πρώτο δεκαπεντάλεπτο της ταινίας, αποδίδει με λιτά μέσα, τη φρίκη και την παράνοια του πολέμου, αμεσότερα από μια οποιαδήποτε μεταγενέστερη πολυδάπανη παραγωγή. Η μικρή Πωλέτ έρχεται για πρώτη φορά σε επαφή με το θάνατο -που γι'αυτήν είναι μια εντελώς θεωρητική έννοια- αγγίζοντας το μάγουλο της νεκρής μητέρας της και στη συνέχεια το δικό της. Όταν συναντά το Μισέλ, έχοντας το νεκρό σκύλο της στην αγκαλιά της, το σκηνικό της φρίκης και της απόγνωσης σταδιακά αντικαθίσταται από ειδυλλιακές εικόνες ηρεμίας της γαλλικής εξοχής, που διαταράσσονται μόνο από τις κραυγές των ζώων και τους γραφικούς καβγάδες της οικογένειας του Μισέλ με τους γείτονες, ενώ ο πόλεμος φαντάζει σαν μια μακρινή αόρατη απειλή. Τα δυο παιδιά συνασπίζονται ενάντια στο σκληρό κόσμο που τους περιβάλλει και προσπαθώντας ασυναίσθητα να διαφυλάξουν την αθωότητα τους, επινοούν ένα αναρχικό παιχνίδι, που τα κάνει να αποκτήσουν μια σχεδόν νεκροφιλική εμμονή με το θάνατο. Ο Μισέλ φτιάχνει για την Πωλέτ ένα νεκροταφείο ζώων, αλλά φτάνει στο σημείο να σκοτώσει ο ίδιος (;) για να γεμίσει. Η Πωλέτ από την άλλη, επιλέγει τους σταυρούς για τους τάφους των ζώων, σα να διαλέγει παιχνίδια για το δωμάτιο της. Η λυρική, ονειρική, σχεδόν ποιητική απεικόνιση των δύο παιδιών, έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τη ρεαλιστική καταγραφή του κόσμου των ενηλίκων, αφού ο σκηνοθέτης αφήνει το πηγαίο συναίσθημα να ξεχειλίσει από τα μάτια και τις εκφράσεις των δύο μικρών πρωταγωνιστών του, χωρίς ίχνος μελοδραματισμού ή διδακτισμού. Όμως ο Clément δεν αρκείται στο να κάνει μια ακόμα συγκινητική ταινία για την παιδική αθωότητα, η οποία αποτελεί απλά το πρόσχημα, για να βάλει το μαχαίρι βαθιά στο κόκαλο. Ακροβατώντας επιδέξια ανάμεσα στο ρεαλιστικό δράμα και στη μαύρη κωμωδία, κριτικάρει και ειρωνεύεται πανέξυπνα τον καθωσπρεπισμό, την υποκρισία και τα ήθη που διέπουν τη λειτουργία μιας απομονωμένης κλειστής κοινωνίας. Ο αδερφός του Μισέλ, που με κάποιο τρόπο απέφυγε τη στράτευση, τιμωρείται, αφού τραυματίζεται και πεθαίνει από την κλωτσιά ενός αλόγου (...). Αλλά ούτε η θρησκεία και οι εκφραστές της διαφεύγουν από την ξεδιάντροπα σκωπτική ματιά του σκηνοθέτη. Η συνάντηση της Πωλέτ με τον παπά του χωριού, η σκηνή της εξομολόγησης του Μισέλ, η κλοπή των σταυρών από το νεκροταφείο και τέλος η σκηνή της κηδείας, όπου οι δύο κεφαλές των "αντίπαλων" οικογενειών πέφτουν σε έναν ανοιχτό τάφο, ξεμπροστιάζουν το ρόλο της καθολικής εκκλησίας της εποχής, γι'αυτό δεν είναι καθόλου περίεργο, ότι η ταινία δεν έγινε αρχικά αποδεκτή από το γαλλικό κοινό.
Η ερμηνεία της πεντάχρονης (!) Brigitte Fossey είναι εμβληματική, ίσως η καλύτερη ερμηνεία παιδιού αντίστοιχης ηλικίας στο σινεμά. Με τη βοήθεια του διευθυντή φωτογραφίας του, Robert Juillard, που φωτίζει σχεδόν μεταφυσικά, το αγγελικό -μονίμως απορημένο- πρόσωπο της, o Clément υπερτονίζει τη διαφορά του κόσμου της παιδικής αθωότητας από τον κόσμο της υποκρισίας των ενηλίκων, ενώ εξίσου εξαιρετικός είναι και ο (μεγαλύτερος) Georges Poujouly. Σίγουρα η ταινία δεν θα ήταν η ίδια, αν δεν είχαν επιλεγεί οι δυο παραπάνω πρωταγωνιστές. Πολύ σημαντικό για τη δημιουργία της ατμόσφαιρας είναι και το βασικό ρομαντικό μουσικό θέμα του φιλμ, το "Romance Anónimo", του οποίου πάντως η προέλευση αποτελεί μυστήριο. Στους τίτλους του φιλμ, αποδίδεται στον Ισπανό κιθαρίστα Narciso Yepes, αφού κατά δήλωση του, το συνέθεσε για τη μητέρα του σε μικρή ηλικία, άλλοι όμως μελετητές τοποθετούν τη δημιουργία του στο 19ο αιώνα. Έτσι ή αλλιώς, το "Romance Anónimo" (ακούστε το εδώ) έγινε διάσημο εξαιτίας της επιτυχίας της ταινίας και γνώρισε πολλές εκτελέσεις με την πάροδο των χρόνων, από μεγάλα ονόματα της διεθνούς μουσικής σκηνής (Andy Williams, Mireille Mathieu, Al Bano & Romina Power, Julio Iglesias), συμπεριλαμβανομένων και μερικών με ελληνικούς στίχους, από την Κλειώ Δενάρδου και τον Κώστα Χατζή. Αξιοσημείωτη είναι και η εκτέλεση από τη Βίκυ Μοσχολιού με στίχους του Λευτέρη Παπαδόπουλου, που αλλάζουν εντελώς το κλίμα του κομματιού ("Πέφτει η Μαδρίτη"/1978).
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Αριστούργημα που αντέχει στο χρόνο, πάντα επίκαιρο και ίσως μια από τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, το "Jeux Interdits" είναι ένα φιλμ που δε θα σταματήσει ποτέ να συγκινεί και να προβληματίζει τους θεατές του.
10/10