Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

25/9/13

La Migliore Offerta

Αυθεντικό αντίγραφο…

2013, Italy, 131 min
Ελληνικός Τίτλος: Το Τέλειο Χτύπημα
Σκηνοθεσία: Giuseppe Tornatore/Σενάριο: Giuseppe Tornatore/Παίζουν: Geoffrey Rush, Jim Sturgess, Sylvia Hoeks, Donald Sutherland, Kiruna Stamell, Dermot Crowley

Ο Βέρτζιλ Όλντμαν (Geoffrey Rush) είναι ένας μεσόκοπος υπερεπιτυχημένος δημοπράτης και εκτιμητής έργων τέχνης, που εκμεταλλεύεται τη θέση του για να προσθέσει στην προσωπική του συλλογή κάποια σπάνια έργα, με τη βοήθεια του στενού του συνεργάτη Μπίλι (Donald Sutherland). Ερωτευμένος πλατωνικά με το γυναικείο φύλο, αφού όπως μαθαίνουμε ποτέ δεν έχει δημιουργήσει μια πραγματική σχέση, περιορίζεται να θαυμάζει τα πορτραίτα γυναικών που συλλέγει. Όταν μια πλούσια κληρονόμος που πάσχει από αγοραφοβία (Sylvia Hoeks) τον προσλαμβάνει για να εκτιμήσει την περιουσία των γονιών της, τα πράγματα φαίνεται να αλλάζουν, καθώς την ερωτεύεται με πάθος και προσπαθεί να την κατακτήσει. Η πραγματική ζωή όμως είναι διαφορετική από τις ασκήσεις επί χάρτου…
Ο Giuseppe Tornatore  ανήκει στην κατηγορία των σκηνοθετών που έχουν στιγματιστεί από μια ταινία τους. Μετά το αριστουργηματικό “Σινεμά ο Παράδεισος” (1988) και το εξαιρετικό “Είναι Όλοι τους Καλά” (1990), ο Tornatore αναλώθηκε κατά βάση σε μεγαλεπήβολα πρότζεκτ (Ο Θρύλος του 1900/1998, Malena/2000, Baaria/2009) με μικρά φωτεινά διαλείμματα (Η Άγνωστη/2006), προσπαθώντας να επιβεβαιώσει την καλλιτεχνική του ματαιοδοξία. Η  νέα του αγγλόφωνη ταινία “La Migliore Offerta”/The Best Offer (η ακριβής μετάφραση είναι “Η καλύτερη προσφορά”, ενώ για τις ελληνικές αίθουσες επελέγη ο πιο πιασάρικος αλλά άσχετος τίτλος “Το τέλειο χτύπημα”), είναι ένα χιτσκοκικών καταβολών ψυχολογικό θρίλερ και σίγουρα η καλύτερη στιγμή του σκηνοθέτη εδώ και χρόνια.

Ο Βέρτζιλ  Όλντμαν είναι ένας κινηματογραφικός ήρωας για τον οποίο ο Άλφρεντ Χίτσκοκ θα ήταν πολύ περήφανος… Επιτυχημένος, πάμπλουτος, εστέτ, αλλά ταυτόχρονα αγοραφοβικός και συναισθηματικά ανάπηρος, ανίκανος να επικοινωνήσει ουσιαστικά με τους γύρω του. Φορώντας πάντα τα γάντια του ώστε να μην διακινδυνεύσει καμιά επαφή με τον έξω κόσμο, επιτρέπει στον εαυτό του μοναχικές απολαύσεις, όπως να θαυμάζει τα γυναικεία πορτρέτα που αποκτά με τη βοήθεια του συνεργάτη του και αποθηκεύει σε ένα μυστικό δωμάτιο-μαυσωλείο. Όταν γνωρίζει την Κλερ, το alter ego του, έλκεται απ’ αυτήν αρχικά λόγω της αρρωστημένης περιέργειας του. Του γίνεται έμμονη ιδέα να τη δει από κοντά. Ταυτόχρονα η ανακάλυψη μικρών κομματιών από ένα παλιό μηχανικό ρομπότ ανεκτίμητης αξίας στο σπίτι της, τον εξιτάρει ακόμα περισσότερο. Αναγκάζεται να ζητήσει τη βοήθεια ενός νεαρού τεχνίτη (ειδικού στην επισκευή παλιών αντικειμένων αλλά και μεγάλου καρδιοκατακτητή), για να πετύχει το διπλό του στόχο. Όσο όμως προχωράει η ανακατασκευή του ρομπότ, τόσο αποσυντίθεται προοδευτικά η προσωπικότητα του Βέρτζιλ. Η περιέργεια δίνει τη θέση της στην εμμονή – απόλυτο έρωτα και ο Βέρτζιλ θα αναγκαστεί σε κάποια στιγμή να βγει από τις σκιές, να αφήσει τη θέση του ηδονοβλεψία που είχε σε όλη του τη ζωή και να αρχίσει να ζει πραγματικά, πληρώνοντας το όποιο κόστος.
Η ταινία του Tornatore είναι γεμάτη δίπολα: τέχνη-ζωή, αυθεντικό-πλαστό, έρωτας-τιμωρία. Τα όρια μεταξύ των δύο πόλων  ποτέ δεν είναι σαφή και σ’ αυτήν ακριβώς τη λεπτή ισορροπία βασίζεται η προβληματική της ταινίας. Σε κάθε αντίγραφο ενός έργου τέχνης υπάρχει πάντα ένα ψήγμα γνησιότητας, λέει ο Βέρτζιλ… Η αξία ενός αυθεντικού πίνακα είναι τεράστια, όμως κανείς δεν πρέπει να υποτιμά και την προσπάθεια ενός αντιγραφέα που πάντα βάζει και τη δική του πινελιά... Το αξίωμα αυτό, ο Tornatore πιστεύει ότι ισχύει και στον έρωτα και στην ίδια τη ζωή: τα όρια μεταξύ του αληθινού έρωτα και του πλαστού συναισθήματος είναι πολλές φορές δυσδιάκριτα και ασαφή. Η ζωή μιμείται την τέχνη και τανάπαλιν.

Παρ’ ότι το σενάριο του είναι αρκετά προβλέψιμο και η τελική ανατροπή φωνάζει από μακριά, ο Tornatore με όπλο την αναμφισβήτητη σκηνοθετική του δεξιοτεχνία, στήνει αριστοτεχνικά τον ιστό της αράχνης που σταδιακά εγκλωβίζει τον ήρωα του. Η γκρίζα ατμοσφαιρική φωτογραφία του Fabio Zamarion, οι -για μια ακόμα φορά- υπέροχες μουσικές του Ennio Morricone (αν και σε κάποιες στιγμές δείχνει να αντιγράφει τον εαυτό του, χωρίς αυτό όμως να μας ενοχλεί…) και το εκπληκτικό σκηνικό της πολυδαίδαλης επιβλητικής έπαυλης όπου εξελίσσεται το μεγαλύτερο μέρος του φιλμ, μας βυθίζουν σταδιακά σε μια πνιγηρή μελαγχολία που αντανακλά στον εσωτερικό κόσμο του κεντρικού ήρωα. Και πάνω απ’ όλα η ερμηνεία του εκπληκτικού Geoffrey Rush απογειώνει την ταινία, αφού ο πολυσύνθετος Αυστραλός ηθοποιός καταφέρνει να ενσαρκώσει ιδανικά τον Virgil Oldman, ψηλαφώντας με ευαισθησία και τις πιο απόκρυφες πτυχές του χαρακτήρα του. Οι δεύτεροι ρόλοι βέβαια, φυσιολογικά περνούν στο περιθώριο. Πάντως ο Donald Sutherland είναι απολαυστικός, ούτε κρύο ούτε ζέστη για το Jim Sturgess, ενώ μάλλον ατυχής η επιλογή της Ολλανδής Sylvia Hoeks για το ρόλο της Κλερ.
Όπως και το όνομα του ήρωα του δηλώνει (Virgil-Βιργίλιος, Oldman-ηλικιωμένος), ο Tornatore παραμένει πιστός σε ένα -θα έλεγε κανείς- παλιομοδίτικο σινεμά, που όμως καταφέρνει να αγγίξει τις πιο ευαίσθητες χορδές μας με την αμεσότητα και τη συναισθηματική του δύναμη.

ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Βραδυφλεγές ψυχολογικό θρίλερ που μπορεί να είναι προβλέψιμο στην εξέλιξη του, αλλά προσφέρει δυνατές συγκινήσεις στη διαδρομή. Άλλωστε σημασία πάντα έχει το ταξίδι και όχι ο τελικός προορισμός…


7,5/10