Η θεωρία της γκρίζας ζώνης
2020, USA/UK, 113 min
Ελληνικός Τίτλος: -
Σκηνοθεσία: Emerald Fennell/Σενάριο: Emerald Fennell/Παίζουν: Carey Mulligan, Bo Burnham, Alison Brie, Alfred Molina, Chris Lowell, Max Greenfield, Laverne Cox, Emerald Fennell
Προβάλλεται στο Amazon Prime
Το "Promising Young Woman" είναι η πρώτη σκηνοθετική δουλειά της Emerald Fennell, που ταυτόχρονα έχει γράψει και το σενάριο. Η Fennell, που ως τώρα ήταν γνωστή κυρίως σαν σεναριογράφος της σειράς "Killing Eve" και σαν ηθοποιός από το ρόλο της Camilla Parker-Bowles στη σειρά "The Crown", στο σκηνοθετικό της ντεμπούτο, ασχολείται με ένα φλέγον θέμα της εποχής (και πολύ επίκαιρο στην Ελλάδα αυτή την περίοδο) και κινούμενη με αντισυμβατικό τρόπο ανάμεσα σε πολλά κινηματογραφικά είδη, παρουσιάζει μια ταινία που θα προκαλέσει πολλές συζητήσεις και αντιδράσεις.
Το όπλο των υπερασπιστών κάποιου που κατηγορείται για βιασμό ή σεξουαλική παρενόχληση (μεταξύ των οποίων και γυναίκες), είναι η δημιουργία μιας "γκρίζας ζώνης" γύρω από το περιστατικό. Γιατί έκανε τώρα την καταγγελία και όχι όταν ακριβώς έγινε το συμβάν; τι φορούσε; μήπως ήταν προκλητική; ή μήπως μεθυσμένη; ή μήπως έχει παρελθόν άλλων "εύκολων" συμπεριφορών; Το αποτέλεσμα όλων αυτών είναι ότι ένα θύμα βιασμού, εκτός από τα ανεξίτηλα σημάδια που αφήνει αυτή η πράξη υπέρτατης βίας στην ψυχή του, έχει να αντιμετωπίσει και τη λεκτική βία ή αδιαφορία των επίδοξων υπέρμαχων της "δικαιοσύνης" και της politically correct κανονικότητας, που εκφράζεται από το πατριαρχικό μοντέλο στο οποίο είναι βασισμένη η λειτουργία των σύγχρονων (και φυσικά και παλιότερων) κοινωνιών. Την ύπαρξη αυτής της γκρίζας ζώνης, εκμεταλλεύεται πανέξυπνα η Fennell για να αντιστρέψει τα κλισέ μιας απλής ιστορίας εκδίκησης. Υπάρχει μια σκηνή στην αρχή της ταινίας, όπου ένα χάραμα που η Κάσι περπατά ατημέλητη, εξουθενωμένη, τρώγοντας ένα σάντουιτς, λερωμένη από κέτσαπ (;), δέχεται σεξιστικά σχόλια από κάποιους εργάτες που τη βλέπουν. Η Κάσι σταματά και τους κοιτάει χωρίς να πει τίποτα, με αποτέλεσμα να τους εκνευρίσει, να τους κάνει να νιώσουν άβολα και τελικά να αποχωρήσουν. Η "εκδίκηση" της Κάσι δεν ακολουθεί τους κανόνες των κλασικών φιλμ rape-revenge, δεν περιέχει αιματοβαμμένες σκηνές ή εκρήξεις βίας. Απλά τοποθετεί τα "θύματα" της στην ίδια γκρίζα ζώνη που βρίσκονται όλα τα θύματα βιασμού. Τι θα γίνει την επόμενη φορά που θα βρεθούν σε μια παρόμοια κατάσταση; μήπως θα κινδυνέψει η ζωή τους από μια ψυχοπαθή που μπορεί να βρεθεί στο δρόμο τους; μήπως θα καταλήξουν στη φυλακή ή στο νεκροτομείο;
Η πρώτη γνωριμία μας με την Κάσι (Κασσάνδρα), μας αποκαλύπτει ένα βαθιά τραυματισμένο άτομο. Ο βιασμός της καλύτερης της φίλης και η μετέπειτα συγκάλυψη του από όλους, που οδήγησε πιθανότατα στην αυτοκτονία (;) της και οι ενοχές της γιατί δεν μπόρεσε να τη βοηθήσει, την έχουν μετατρέψει σε μια γυναίκα σχεδόν ιδεοληπτική, αντικοινωνική, που αντιμετωπίζει τα πάντα με πικρό χιούμορ, δεν κάνει σχέσεις με άντρες και δεν έχει καν φίλους. Όμως σταδιακά, ανακαλύπτουμε ένα πιο ανθρώπινο πρόσωπο, μιας νέας κοπέλας με ευαισθησίες, που θέλει να συνεχίσει "φυσιολογικά" τη ζωή της όταν συναντά το Ράιαν και τον ερωτεύεται, απλά γνωρίζει ότι αυτό είναι πολύ δύσκολο, αν δεν κλείσει τους λογαριασμούς της με το παρελθόν.
Η Fennell χρησιμοποιεί αυτό το εύρημα, του ασταθούς και διαταραγμένου προφίλ της ηρωίδας της, για να μεταπηδά χαμαιλεοντικά από ένα κινηματογραφικό είδος σε ένα άλλο, με την ίδια ευκολία που αλλάζει η ψυχική κατάσταση της Κάσι. Έτσι από το ύφος του θρίλερ μυστηρίου και τις αναφορές στο περίφημο "The Night of the Hunter" (το παρακολουθούν οι γονείς στην τηλεόραση), περνά με άνεση στη μαύρη κωμωδία, ενώ από τον κυνισμό των rape-revenge φιλμ, στην ανέμελη rom-com (οι σκηνές του έρωτα της Κάσι με το Ράιαν). Ειδικότερα η σκηνή των δύο στο φαρμακείο, με μουσική υπόκρουση το "Stars are Blind" της Paris Hilton, τα candy χρώματα και τους neon φωτισμούς, αποτελεί ένα φωτεινό διάλειμμα αθωότητας, σε αντιδιαστολή με το σκοτάδι που κατακλύζει την ψυχή της ηρωίδας. Η συνεχής εναλλαγή των κινηματογραφικών ειδών, υπογραμμίζεται και από το πολυσυλλεκτικό soundtrack, που περιέχει από το "Something Wonderful" του musical "The King and I" μέχρι Spice Girls και από Richard Wagner μέχρι μια ορχηστρική διασκευή του Toxic της Britney Spears. Πάνω απ'όλα όμως, οι ψυχολογικές διακυμάνσεις της ηρωίδας, αποτυπώνονται στα θλιμμένα μάτια της Carey Mulligan (που αποτελεί και προσωπική μου αδυναμία). Μετά από σημαντικούς ρόλους σε ταινίες που έκαναν αίσθηση (An Education/2009, Never Let Me Go/2010, Inside Llewyn Davis/2013, Mudbound/2017), πλέον δείχνει ώριμη να κουβαλήσει μια ταινία στις πλάτες της. Η ερμηνεία της σε ένα ρόλο πολύ απαιτητικό -μιας νέας κοπέλας που ισορροπεί μεταξύ του θυμού και της παράνοιας, της αθωότητας και του κυνισμού- που θα μπορούσε εύκολα να οδηγήσει στην υπερβολή, είναι πραγματικά συγκλονιστική και ίσως στη δεύτερη υποψηφιότητα της για Oscar (την οποία θεωρώ δεδομένη) να είναι πιο διεκδικητική απ'ότι στην πρoηγούμενη.
Πάντως αυτή η έλλειψη προσήλωσης σε κάποιο συγκεκριμένο κινηματογραφικό είδος, παρ'ότι είναι πρωτοποριακή και προσθέτει ζωντάνια και ενδιαφέρον στο φιλμ, ίσως ταυτόχρονα αποτελεί και το αδύνατο σημείο του, αφού δεν αφήνει πολλά περιθώρια στην ταινία να γίνει κάτι παραπάνω από ένα θυμωμένο φεμινιστικό μανιφέστο (αν και αυτό ισως να είναι αρκετό), ο χαρακτήρας της ηρωίδας χρήζει σίγουρα μεγαλύτερης διερεύνησης, ενώ το αναπάντεχο twist του φινάλε, σίγουρα εγείρει περισσότερα ερωτηματικά από τις απαντήσεις που δίνει. Το σίγουρο είναι ότι πρόκειται για μια ταινία που θα ξεσηκώσει πολλές συζητήσεις μετά τη θέαση της.
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑ: Χωρίς να κατατάσσεται εύκολα σε κάποιο από τα γνωστά κινηματογραφικά είδη, η ταινία της Emerald Fennell -επίκαιρη όσο ποτέ- είναι μια φρέσκια και πολύ ενδιαφέρουσα ματιά στο θέμα της σεξουαλικής παρενόχλησης.
7,5/10
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου